Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

ΗΡΘΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΗΡΘΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ


     Μόλις άρχισα να στοχάζομαι, να μαθαίνω, ν’ απορώ, να ρωτάω, να θυμάμαι, να ενδιαφέρομαι, ν’ αποστηθίζω, ν’ αφομοιώνω, να ενστερνίζομαι, να διερευνώ, να εμβαθύνω, να ανακαλύπτω, να φιλιώνω και να μοιράζομαι, να δωρίζω και να δωρίζομαι, να ψηλαφώ την έκπληξη της κοινωνίας, να μετέχω ουσιαστικά στη χαρά, να ζω ελεύθερα το μυστήριο της άχραντης ζωής, να σκιρτώ αυθόρμητα στο έκπαγλο μυστήριο της καρδιάς, ήρθε…
     Ήρθε!... Ήρθε το περήφανο, αυστηρό, στιβαρό και άτεγκτο σύστημα, να φτιάχνει ατέρμονα «φιλόστοργα» σχέδια για μένα· σχέδια αδιάφορα, κουραστικά. Ήρθε να χτίσει αίθουσες και κτήρια και συγκροτήματα για την τυπική και αδίψαστη περιφέρεια του εαυτού μου· ήρθε να στεγάσει τη σειρά και την ευταξία και τη συνεχώς υποσχόμενη «προκοπή» για την επιδερμίδα του εσώτατου είναι μου· ήρθε για να βαθμολογήσει τις επιδόσεις που επιτρέπει να φανούν ο φλοιός της ύπαρξής μου· ήρθε για να κρίνει εμένα –το πρόσωπο της ψυχής μου– σε όλες του τις ελεύθερες, φυσικές, αναπόδραστες ή ακατηγόρητες πτώσεις, μέσα σε κλειστούς πνιγηρούς αυλόγυρους· ανάμεσα σε ψηλούς συρμάτινους φράχτες που λιώνει ακατάπαυστα ο ήλιος της ελπίδας μου· ήρθε για να γύρει και να στάξει κάθε του απροσωπία επάνω στην απορημένη συνείδησή μου· ήρθε για να δωρίσει νάρθηκες μαθήσεως στην υπόστασή μου, υπόσταση που έμαθε να τρέφεται πάντα μόνο με λαχτάρες και πόθους για τον Θεό, για το αιώνιο, για το ωραίο, για το δυνατό που είναι ωφέλιμο· ήρθε για έναν αδύναμο και ανίσχυρο άνθρωπο που, πέρα από κάθε φτωχό και ανεπαρκή θεσμό, παραμένει ανεξιχνίαστος, ακατανόητος ή φευγαλέος.
     Γιατί, ποιος πραγματικά μπορεί να πειστεί σε κάτι, να δοθεί σε κάποιον ή να σταματήσει κάπου, εάν αυτό που συναντήσει δεν είναι η αγάπη;


π. Δαμιανός










Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

ΠΟΣΟ Ν’ ΑΝΤΕΞΕΙ;

ΠΟΣΟ Ν’ ΑΝΤΕΞΕΙ;


Από την ευθύτητα στη δημαγωγία·
από την ειλικρίνεια στην υποκρισία·
από την ευγένεια στον κυνισμό·
από την ενθάρρυνση στην επίπληξη·
από την παρηγορία στην κολακεία·
από την εγρήγορση στην αποχαύνωση·
από την έμπνευση στο συμβιβασμό·
από το πρόσωπο στη μάζα·
από την πληρότητα στο κενό·
από την καρδιά στη λογική·
από το λόγο στον αντίλογο·
από την αποδοχή στην άρνηση·
από την αποκάλυψη στην αφάνεια·
από την προσέγγιση στην απώθηση·
από τη γνώση στην άγνοια·
από τη άφατη χαρά στην άκρατη απόγνωση:
πόσο ν’ αντέξει αυτή η Αλήθεια,
που μοιάζει σα να μην υπάρχει καν,
κυβερνώντας μας με τόση ελευθερία;...

π. Δαμιανός








«ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ». ΟΧΙ, «ΜΕΡΚΕΛ ΗΜΩΝ».

«ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ». ΟΧΙ, «ΜΕΡΚΕΛ ΗΜΩΝ».


Τις τελευταίες μέρες κάνει θραύση στο διαδίκτυο μια ανεπίπεδη και φρικτή σάτιρα του «Πάτερ Ημών», ένα φαιδρό δείγμα της οποίας είναι το εξής: «Μέρκελ ημών, ο εν τοις γερμανοίς…» κτλ., κτλ. Πρόκειται ασφαλώς για μια εντελώς κακόγουστη σάτιρα, η οποία, με αφορμή τα τρέχοντα γεγονότα των σκληρών μνημονίων που επιβλήθηκαν θεοπαιδευτικά στην Πατρίδα μας, πήρε ληστρικά το Χριστοπαράδοτο κείμενο της «Κυριακής Προσευχής» και αντικατέστησε όλο το πνευματικό νόημά της με το όνομα της Άγκελα Μέρκελ και με λοιπές επικαιροποιημένες έννοιες της τρέχουσας πολιτικοοικονομικής σκηνής («αγιασθήτω το δάνειό σου», «ελθέτω η χορηγεία σου», «εφαρμοσθήτω το πρόγραμμά σου», «την δόσιν ημών την επιούσιον»!!!).

Θα περίμενε κανείς, όταν μια κοινωνία, όπως η Ελληνική, που βρίσκεται πανθομολογουμένως σε μια τραγική κατάσταση μεγάλης εξαθλίωσης και ανείπωτης ταπείνωσης, αυτή η τόσο σκληρά δοκιμαζόμενη κοινωνία, να γίνει με τη δύναμη της Πίστης μια πνευματικά ρωμαλαία και ανθεκτική κοινωνία, που όλη της η αγωνία για το ανθρωπίνως αβέβαιο και δυσοίωνο μέλλον της, να μεταστοιχειωνόταν σε πύρινη προσευχή και σε ασυγκράτητη μετάνοια· μετάνοια καθολική, ολοκληρωτική και αληθινή. Αντ’ αυτού όμως, βλέπουμε να περισσεύει, εξαιρετικά άκαιρα και προκλητικά, η ασόβαρη διάθεση για μια αγόνιμη και άσχημη σάτιρα· σάτιρα, που το δίχως άλλο γίνεται μια απαράδεκτη πλατφόρμα χλευασμού και ύβρεως. Και, μάλιστα, αυτός ο χλευασμός και η ύβρη που αυτή η σάτιρα εκφέρει, να βρίσκει, δυστυχώς, πολλούς παθητικούς και άσκεφτους αποδέκτες, ορθόδοξους υποτίθεται κατά την πίστη.

Η υπέροχη «Κυριακή Προσευχή», το ψυχότροφο «Πάτερ Ημών» της Καινής Διαθήκης που μας παρέδωσε ο Ίδιος ο Χριστός· η χαριτωμένη Προσευχή που τρέφει και αναζωογονεί για αιώνες τις ψυχές των πιστών· η θεόσδοτη δέηση που γαληνεύει και ενισχύει τις κουρασμένες υπάρξεις· η ικεσία που έγινε η πιο χαριτόβρυτη νηπτική εργασία για πολλούς μυστικούς αγωνιστές της Πίστεως· το αγαπημένο αγνό ψέλλισμα των παιδικών μας χρόνων· το νοσταλγικό ανάγνωσμα των μαθητικών μας καιρών· ο ευαγγελικός και πανάγαθος λόγος της ελληνορθόδοξης Παράδοσης και της ρωμαίικης και θεοδιψαλέας ψυχής μας· η προσφιλής ανεξάλειπτη αναφορά των γονιών και των παππούδων μας· η βαθιά ευλάβεια και η πολύτιμη καταφυγή των απλών πιστών ανθρώπων· η ακατάλυτη μεγαλειώδης Προσευχή που στέκει σαν ουράνιο στολίδι στη Θεία Λειτουργία, η μυρίπνοη αύρα που περιζωνύει τη Θεία Ευχαριστία και που αγκαλιάζει τη γλώσσα, τη φυλή και τον τόπο μας…, αυτή λοιπόν η πανίερη Προσευχή, να βλέπεις τώρα να γίνεται αθεόφοβη «λεία» μιας κάκιστης και σατανικής έμπνευσης για μια φτηνή, κατάπτυστη και θεομπαικτική σάτιρα. Μια σάτιρα, που κάνει ατιμωτικά «προσευχή» την ευτελή και τυραννική ανάγκη για «χρήμα» και «χρηματοδότηση», για «χορηγεία» και «δανεισμό».

Απορώ: Μα, πού είναι επιτέλους το ορθόδοξο κριτήριο της καρδιάς μας; Πού είναι η επαινετή αντίσταση και η ευλογημένη μας άρνηση μπροστά σ’ ένα ανόσιο ευτράπελο, σ’ έναν ανίερο αστεϊσμό, σε μια χλεύη και ατιμία Χριστού; Πού είναι η περιβόητη θρησκευόμενη συνείδησή μας και τα ανύστακτα αντανακλαστικά της; Πού είναι το ορθόδοξο ήθος μας; Πού είναι η αγάπη μας για τις ιερές προσευχές που φυλάει σαν κόρη οφθαλμού η μνήμη της ψυχής μας, η λατρεία της Εκκλησίας μας, είτε αυτή η λατρεία είναι συλλογική είτε προσωπική; Πού είναι η ζωντανή πίστη μας και η άτυφη σοφία μας; –εκείνη η Ορθόδοξη σοφία που θαυμάζουν και ζηλεύουν τα σύμπαντα αλλά δυστυχώς απαξιώνουμε εμείς με τη ζωή μας; Πού είναι η ευθύκριτος, η διακριτική και οξυκάρδια Πνευματικότητα που ξέρει, όσο καμιά άλλη, να διακρίνει και να ξεχωρίζει ποιο είναι αυτό που προέρχεται από το Φως και ποιο είναι εκείνο που βγαίνει από το σκοτάδι; Ή, καλύτερα: Ποιο είναι το Φως και ποιο το είναι σκοτάδι;

Λυπούμαι βαθύτατα και προβληματίζομαι σε βαθμό ανεκδιήγητης αποκαρδίωσης, για όσους μπόρεσαν και ενστερνίστηκαν αυτό το άθλιο κείμενο, για όσους το δημοσίευσαν, για όσους το κοινοποίησαν, αγνοώντας το μεγάλο κακό και το κυριολεκτικά εφάμαρτο της σύμπραξής τους σε όλη αυτή την ποταπότητα και διαπόμπευση των ιερών και οσίων. Όσοι δε απ’ αυτούς τυγχάνουν θεολόγοι ή θεολογούντες, το μόνο που έχω να πω, πολύ επιεικώς και μετά λόγου γνώσεως, είναι ότι δεν έχουν καμία απολύτως δικαιολογία. Καμία!
Ο Χριστός, να μας λυπηθεί, να μας συγχωρεί και να μας ελεεί όλους!

π. Δαμιανός










Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015

ΟΥΡΑΝΟΣ· Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

ΟΥΡΑΝΟΣ· 
Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


     «Κάθε μέρα θα ζητάς από τον Χριστό: “Κύριε, βάλε με ανάμεσα στους δικαίους! Βάλε με στον Παράδεισο! Φέρε με κοντά Σου!”. Θα ζητάς κάθε μέρα τον Χριστό και Εκείνος ξέρει τι θα κάνει.

     Ο Ουρανός είναι η κατοικία του ανθρώπου. Και είναι εκεί μέσα (σ αυτόν) εκατομμυρίων ψυχές, όπως είμαστε κι εμείς. Πώς πήγανε στον Παράδεισο τα εκατομμύρια των Αγίων, που τώρα χαίρονται και αγάλλονται και δεν έχουν κανένα πράγμα να τους ενοχλεί; Αλλά (όλοι αυτοί οι Άγιοι) απ’ εδώ κατάλαβαν τον στόχο της ζωής και βάδισαν σωστά: με καλωσύνη, με αγάπη, με πίστη, με ειλικρίνεια, με δικαιοσύνη, με φιλανθρωπία.

     Εφτά πατώματα έχει ο Παράδεισος. Εκεί, έχει ηρεμία και γαλήνη· δεν υπάρχουν πάθη και ζήλιες. Για ν’ ανεβεί πιο πάνω πάτωμα η ψυχή, βοηθούν τα Μνημόσυνα και οι Λειτουργίες των ζώντων. Και εκεί είναι ένα φοβερό φως, που το βλέπουν όλοι· το Φως του Πατέρα, το Οποίο είναι η χαρά και η τροφή τους. Όσο πιο ψηλά βρίσκεσαι, τόσο πιο πολύ Το χαίρεσαι: είναι ακτίνες Φωτός του Πατέρα Θεού. Δεν υπάρχει εκεί ζήλια, κακία, μίσος· δεν ζηλεύουν αυτοί που είναι στο έβδομο επίπεδο, το πιο χαμηλό· (όπως δεν ζηλεύουν) αυτούς που είναι πιο ψηλά, (και όσοι είναι) στο πρώτο ή στο δεύτερο (επίπεδο). Απλώς, αυτοί που είναι πιο πάνω, μπορούν να κατεβαίνουν και σ’ εκείνους που είναι πιο κάτω.

     Έχω πάει εκεί. Ξέρεις, τι ωραία που είναι; Θα δεις μικρά παιδιά που γίνανε άγιοι· θα δεις μεγάλους ή γέροντες· και όλοι (τους) χαίρονται μες την (πνευματική) πρασινάδα, στα (άυλα) λουλούδια. Τι ωραία που είναι, δεν φαντάζεσαι! Στον Ουρανό μπαίνεις μέσα κι απολαμβάνεις την αιώνιο ζωή. Εκεί, έχεις την πλήρη ανάπαυση της ψυχής. Δεν έχει κανένα πράγμα να σε παρενοχλήσει. Είναι η Δικαιοσύνη του Θεού (εκεί) και όλοι σου δείχνουν την αγάπη τους. Δεν υπάρχει μίσος εκεί πέρα, δεν είναι ο Παράδεισος τόπος μίσους για κανέναν· Είναι η Αγάπη (εκεί).
     Τα έργα σου είναι γραμμένα σε βιβλίο και τά ’χουν καταχωρήσει. Εάν είναι περισσότερες οι αμαρτίες (σου), δεν σε περνάνε στον Παράδεισο μέσα. Εκτός εάν υπάρχει μετάνοια.
     Άλλοι θα δουν το παλάτι του Βασιλέως και άλλοι δεν θα το δουν. Άλλοι θα δουν το φως και άλλοι δεν θα το αντικρίσουν, αλλά (αυτοί) θα είναι πολύ μακριά. Και δεν ξέρουμε κι εμείς πού θα πάμε.


     Κοίταξε, εδώ· τον Παράδεισο δεν τον κερδίζεις εσύ. Ο Παράδεισος, δίδεται δωρεάν. Αλλά χρειάζεται κι από εμάς λίγο φιλότιμο αγώνα. Είναι δύσκολο να μπεις, γιατί πρέπει να προσέχεις από την κακία, την πονηρία, το ψέμα, την αδικία, το μίσος. Μη μισήσεις άνθρωπο, γιατί δεν μπαίνεις –τέρμα, η υπόθεση! Καλύτερα να σε μισούν και να σε αδικούν, παρά να μισείς εσύ. Εσύ θα μπεις (στον Παράδεισο), άμα σε μισούν οι άλλοι και δεν αδικήσεις άνθρωπο και δεν πεις και ψέμα –(τότε) είσαι μέσα στον Παράδεισο! Οι άλλοι, άμα σε κατηγορούνε και δεν διορθώνονται, αυτοί θα πάνε ανάλογα. Καταλάβατε πώς έχουν τα πράγματα; Δεν έχει εκεί αυτά που γίνονται εδώ· τα παζάρια”: να κρατώ κανένα εκατομμύριο στην τσέπη (και μετά να πω:) “Να, Κύριε, πάρε ένα εκατομμύριο και βάλε με στον Παράδεισο!”.

     Ο Αβραάμ, ο μεγαλύτερος άγιος (να είναι), (π.χ.) ο Άγιος Παύλος, ο Άγιος Πέτρος, άμα πει ότι, “Εγώ κάτι έφτιαξα (=κάτι κατάφερα, από την αρετή και τη χάρη μου) και (τώρα) βάλε με (Κύριε, μέσα στον Παράδεισο), θέλεις δε θέλεις!”, (αμέσως, ο Κύριος), τον πετάει έξω και χάνει τον Παράδεισο. Αλλά, για να κάνεις καλωσύνη, δεν την κάνεις μόνος σου. Αν δεν είναι η Χάρις του Θεού κοντά (σου), να σε βοηθήσει, δεν μπορείς να κάνεις καλωσύνη, όλο την κακία παρουσιάζεις (στη ζωή και τα έργα σου). Γι’ αυτό, θα λες: “Εσύ, Κύριε, να με βοηθήσεις! Εσύ, Κύριε, σώσε με και συγχώρεσέ με!”. Και ανοίγει ο Παράδεισος και μπαίνεις μέσα.

     Πρέπει να προσπαθήσουμε, όσο μπορούμε, να βελτιώσουμε τις αδυναμίες που έχουμε. Τη γλώσσα, να προσέχετε! Να μην κατηγορεί κανέναν άνθρωπο η γλώσσα σας. Μα, και να σου κάνει κάποιος κακό και να σε βρίσει και να σε μαλώνει και ο,τιδήποτε (άλλο να κάνει), εσύ να λες: “Κύριε, σκέπασε εμένα και σώσε αυτόν τον άνθρωπο, δώστου μετάνοια!”.
     Αυτή είναι η μεγαλύτερη ευχή που θα μπορούσατε να κάνετε, και (έτσι) δεν αμαρτάνετε. Ακούτε; Δεν αμαρτάνετε, γιατί (αυτή η ευχή) είναι δεκτή στον Κύριο· (Σαν να λες μ αυτήν), ότι, “εμένα σώσε με, και σώσε και τον αδελφό μου!”. (Αυτό) θα πει, ότι δεν τον μισείς (τον αδελφό σου), ότι τον αγαπάς ακόμα δηλαδή. Και Του λες (του Κυρίου): “Σώσε και τον αδελφό, φώτισέ τον!”. Και ο Κύριος ξέρει τι (θα) κάνει. Φωτίζει εσένα, φωτίζει και τον άλλον.
     Έτσι, που λες, πρέπει να σκεπτόμαστε. Με καλωσύνη στη ζωή μας πρέπει να περάσει ο χριστιανός, γιατί δεν είναι εδώ εκείνο που ψάχνεις να βρεις. Εκείνο που ψάχνουμε να βρούμε είναι ο Ουρανός. Εκεί, είναι η Πατρίδα μας. Εκεί, είναι η ανάπαυση της ψυχής. Εάν αξιωθεί και πάει λιγάκι ένας (από μας εκεί στον Ουρανό) και να δει, (θα δει ότι) ο Ουρανός είναι γεμάτος. Εκατομμύρια ψυχές. Πώς μπήκανε μέσα αυτές οι ψυχές;


     (Αν για εμάς είναι δύσκολο να μπούμε), είναι γιατί δεν έχουμε σταθερή πίστη και δεν αγαπούμε. Δύο πράγματα (μάς) λείπουν: πίστη και αγάπη στο Θεό. Μπλεχτήκαμε κάτω, στα πράγματα της γης, και χάσαμε τον στόχο προς τον Ουρανό. Κι έτσι, γυρίζουμε εδώ, βολοδέρνουμε μέσα στης γης τα πράγματα και δεν μπορούμε να βρούμε άκρη.
     Μη μισείτε κανέναν άνθρωπο εδώ στη γη, και (μ αυτό τον τρόπο) είσαστε (ήδη) μέσα στον Ουρανό· όποιος δεν μισεί, έχει μία αγάπη (μέσα του). Γιατί μας το παραγγέλλει ο Κύριος: “Μη μισήσεις τον συνάνθρωπό σου” και “Αγαπάτε αλλήλους”. Όμως η εποχή μας είναι δύσκολη γι’ αυτά τα θέματα, δεν τα πιστεύουμε. Ξεφύγαμε από την ευθεία οδό του Θεού και τρέχουμε ολοταχώς μέσα στο σκοτάδι. Είναι ένας βόθυνος (=λάκκος) εκεί μέσα και πάμε (όλοι) και πέφτουμε (μέσα) στην κακία.

     Δώστε, όσο περισσότερα μπορείτε. Ένα πράγμα που σώζει τις ψυχές είναι η ελεημοσύνη. Να κάνετε ελεημοσύνες στους γειτόνους και σε όλους που έχουν ανάγκη. Πού είναι η αγάπη, όταν δεν κάνουμε ελεημοσύνη; Εσείς κοιτάτε να φτιάχνετε εδώ τα σπίτια. Φτιάξτε κι ένα σπιτάκι στον Ουρανό, να σας περιμένει!…

     Στον Ουρανό έχουν πάει εκατοντάδες χιλιάδες χριστιανοί. Αλλά αυτοί που πήγαν εκεί πέρα ήταν Παλληκάρια· κράτησαν (=άντεξαν, υπέμειναν) εδώ και πολέμησαν τον σατανά πρώτα, πολέμησαν τα πάθη (τους). Γιατί έχεις μέσα σου ένα σωρό “κατσίκια” (=πάθη, αμαρτίες, εμπάθειες, κακίες, πτώσεις, δαιμόνια). Και ύστερα λες: “Είμαι χριστιανός”! Από πού κι ως πού; Ο χριστιανός ο καλός προχωρεί προς την καλωσύνη, την αγιοσύνη. Αγίασαν και όσοι πήγαν (εκεί στον Ουρανό, αλλά) ήσαν άγιοι από εδώ. Πώς πήγαν εκεί πέρα; Ή (μήπως) λέτε, (να) είναι κανένα πορτάκι ανοιχτό και (να) μπαίνουν (απ) εκεί μέσα, αν δεν (μπορείς να) περάσεις απ’ την πύλη την ωραία, την κεντρική; Είναι λάθος να λες ότι “θα μπω στον Παράδεισο από το πορτάκι”. Δεν μπαίνεις! Θα δοκιμαστείς εσύ εδώ στη γη με δοκιμασίες, για να φτιάξεις τον εαυτό σου ωραίο!…».


ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΛΑΖΑΡΗΣ
(1912–2006)


[«Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης:
Ο Πνευματικός της Μονής Δαδίου»,
μέρος β΄, σελ. 179–183, 195 και 210·
Εκδοτικός Οργανισμός Π. Κυριακίδη,
Νοέμβριος 20081.
Πληκτρολόγηση κειμένου, 
επιμέλεια ανάρτησης, 
επιλογή φωτογραφιών:
π. Δαμιανός.
Σημείωση:
Οι επεξηγηματικές παρενθέσεις, 
διάσπαρτες μέσα στο κείμενο,
κρίθηκαν αναγκαίες να μπουν
από την πλευρά μας,
για την καλύτερη κατανόηση
του λόγου του μακαριστού Γέροντος.]










Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

«Η ΚΑΡΔΙΑ ΠΟΝΑΕΙ ΠΑΝΤΑ ΟΤΑΝ ΨΗΛΩΝΕΙ…»

«Η ΚΑΡΔΙΑ
ΠΟΝΑΕΙ ΠΑΝΤΑ ΟΤΑΝ ΨΗΛΩΝΕΙ…»


     «Με λένε Μάνο και έχασα τη γυναίκα μου πριν 5 χρόνια από καρκίνο. Αναγκάστηκα να σταθώ όρθιος με το ζόρι, σχεδόν με τη βία, για να μην καταλήξει να μεγαλώνει την κόρη μου η 80χρονη γιαγιά της –η μητέρα μου– και αργότερα τα ιδρύματα.«


     »Τη γυναίκα μου τη γνώρισα στο Λύκειο και όλοι έλεγαν πως μόλις έφευγα φαντάρος η σχέση μας θα τελείωνε. Τελικά διαψεύσαμε και τους άλλους και τον εαυτό μας. Εκείνη πήγε Πανεπιστήμιο, εγώ πήγα φαντάρος, πήρε το πτυχίο της, γύρισα και έπιασα δουλειά και ήμασταν ακόμα μαζί. Παντρευτήκαμε από έρωτα και γίναμε γονείς από επιλογή. Η κόρη μου ήταν το καλύτερο δώρο που μου είχε κάνει ποτέ. Δυστυχώς, δεν προλάβαμε να το χαρούμε…«


     »Ξεκίνησε με έναν απλό πυρετό και ύστερα με φρικτούς πόνους στα γόνατα. Οι εξετάσεις έδειξαν ξεκάθαρα: Καρκίνος! Της έλεγα πως θα το ξεπεράσουμε αλλά δεν το πίστευα στ’ αλήθεια. Ήξερα πως θα φύγει και εκείνη το ήξερε. Έκανε τα πάντα για να αργήσει να μπει στο νοσοκομείο, για να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο κοντά μου και κοντά στο παιδί μας. Γιατί ήξερε πως αν έμπαινε, δεν θα ξαναέβγαινε. Πράγματι, όταν πια δεν γινόταν αλλιώς και έπρεπε να νοσηλευτεί, μπήκε στο νοσοκομείο και δεν ξαναβγήκε. Οι φαρμακευτικές αγωγές δεν την έπιαναν, κάθε μέρα η κατάστασή της χειροτέρευε.«


     »Της πήγαινα φωτογραφίες της μικρούλας, αλλά στο τελευταίο στάδιο δεν είχε όραση. “Περπατάει;”, με ρωτούσε. “Ναι!”, της έλεγα και χαμογέλαγε. “Έφυγε” ένα μεσημέρι, εκείνα τα 5 λεπτά που κατέβηκα κάτω στο περίπτερο να πάρω νερό. Δεν ήθελε να πεθάνει στα χέρια μου, για να μη με τραυματίσει μια ζωή. 
     Ακόμα και στο θάνατο με αγαπούσε!…«


     »Γύρισα σπίτι. Τι θες να σου πω; Ότι η μικρούλα μου κατάλαβε τι είχε γίνει, ότι με πήρε αγκαλιά και δεν με άφηνε όλη νύχτα να κουνήσω βήμα από δίπλα της; Ότι την ώρα της ταφής, χαιρετούσαμε τη μαμά της μαζί, κάνοντας “γεια” με το χεράκι της; Τις μέρες έκανα τον κλόουν και τα βράδια έκλεινα τα φώτα, άναβα το καντήλι της κι έκλαιγα. Πολλά βράδια παρακάλεσα τον Θεό να έρθει να με πάρει, μα το πρωί που το κοριτσάκι μου ξυπνούσε και ζητούσε γάλα, το μετάνιωνα. Υπήρχαν στιγμές που την είχα μεγαλύτερη ανάγκη από ποτέ. Όταν η μικρή μου έκανε σπασμούς από τον πυρετό, όταν την βαφτίσαμε, όταν πήγε πρώτη μέρα σε παιδικό σταθμό, όταν με έπαιρναν οι δασκάλες της να πάω να την πάρω επειδή έβγαλε μέσα στη μέση της χρονιάς άγχος αποχωρισμού, όταν με έδιωξαν και έπιασα ό,τι νά ’ναι δουλειά γιατί φοβήθηκα μη μείνει νηστική η μικρή μου. Μην τυχόν δεν έχω να της προσφέρω τα απαραίτητα…«


     »Πέρασαν έτσι 6 χρόνια. Σήμερα, είναι ολόιδια η μαμά της και στέκομαι περήφανος στο πλάι της· περήφανος που, παρά την τραγωδία που ζήσαμε για καιρό, έμεινε κάτι πολύ σπουδαίο από τον έρωτά μας· αυτόν που κανείς δεν πίστευε πως θα κρατήσει. Η κόρη μου ξέρει πως η μαμά της πέθανε από καρκίνο. Της έχω πει όλη την αλήθεια.«


     »Περάσαμε πολύ δύσκολα στην αρχή αλλά και πιο μετά. Όταν μένεις μόνος σου μ’ ένα παιδί, κάθε μέρα σου φαίνεται σαν να είναι κολλημένη στην αρχή, σαν να μην υπάρχει ποτέ το παρακάτω. Σαν να σταματάει ο χρόνος. Περάσαμε Πρωτοχρονιές με κλάματα, Χριστούγεννα με θλίψη, καλοκαίρια κλεισμένοι στο διαμέρισμά μας, γιατί δεν είχα χρήματα να πάμε ούτε μέχρι το εξοχικό μας που ήταν κλειστό για χρόνια, σχεδόν από τον θάνατο της γυναίκας μου. Δεν είναι εύκολο, αλλά ξεπερνιέται. Κάποια στιγμή ξεπερνιέται. Θέλει να αφήσεις τον χρόνο και το παιδί να κάνουν τη δουλειά τους.«


     »Σπουδαία “δουλειά”, η κόρη μου! Έγινε η κινητήριος δύναμή μου και ο λόγος που δεν ακολούθησα τη γυναίκα μου. Μην το βάζετε κάτω! Για όλους έχει και για όλους υπάρχει ο Θεός. Αρκεί να ξυπνάτε το πρωί και να λέτε: “Δόξα Τω Θεώ, που υπάρχει κάποιος στη γη που αγαπάει το παιδί μου!”…».





[Περιοδικό «Παρεμβολή»
(της Χριστιανικής Φοιτητικής Ένωσης),
τεύχ. 112, Ιαν.–Μάρτ. 2015, σελ. 26–27.
Ομότιτλο άρθρο που επιμελήθηκε
η Ανδρομάχη–Νεκταρία Στούμπου.
Η συγκινητική κατάθεση του Μάνου
αποτελεί status ενός φίλου της στο Facebook.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]







Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Εἰλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2015

ΨΕΜΑΤΑ, ΥΠΟΝΟΙΕΣ, ΥΠΟΨΙΕΣ

ΨΕΜΑΤΑ, ΥΠΟΝΟΙΕΣ, ΥΠΟΨΙΕΣ


     Υπάρχουν τρεις διαφορετικοί τρόποι για να πει κανείς ψέματα. Ο ένας είναι να πει κανείς ψέματα με το νου του· ο άλλος το να πει ψέματα με λόγια· και ο τρίτος το να πει ψέματα με ολόκληρη τη ζωή του. Εκείνος που με το νου του λέει ψέματα είναι αυτός που δέχεται τις υπόνοιες. Αυτός, αν δει κάποιον να μιλάει με τον αδελφό του, υποψιάζεται και λέει: «Για μένα λένε». Και αν σταματήσουν να μιλάνε, πάλι υποψιάζεται ότι σταμάτησαν γι’ αυτόν. Αν του πει κανείς μια κουβέντα, υποψιάζεται ότι την είπε επίτηδες για να τον στενοχωρήσει. Και μ’ ένα λόγο, σε κάθε πράγμα έτσι υποψιάζεται τον αδελφό του, λέγοντας: «Για μένα τό ’κανε αυτό, για μένα τό ’πε εκείνο, γι’ αυτό το λόγο έκανε τούτο το πράγμα». Αυτός είναι που με το νου του λέει ψέματα. Γιατί δεν λέει τίποτα αληθινό, αλλά όλα είναι βασισμένα στις υποψίες. Απ’ αυτό το λόγο λοιπόν γεννιούνται περιέργειες, καταλαλιές, κρυφακούσματα, διαμάχες, κατακρίσεις. Τυχαίνει καμιά φορά να υποψιαστεί κάποιος κάτι και τα πράγματα ν’ αποδείξουν ότι ήταν αληθινό. Και γι’ αυτό ακριβώς ισχυρίζεται ότι, επειδή θέλει να διορθώσει τον εαυτόν του, πάντοτε κινείται με καχυποψία και περιέργεια, κάνοντας την ακόλουθη σκέψη: «Αν μιλάει κανείς εναντίον μου κι εγώ τον ακούσω, θα καταλάβω ποιο είναι το σφάλμα που με κατηγορεί και θα διορθωθώ». Πρώτα–πρώτα, αυτή η προκατάληψη που δέχεται στην ψυχή του είναι έργο του πονηρού. Γιατί άρχισε με το ψέμα, δηλαδή, χωρίς να ξέρει, υποψιάστηκε αυτό που δεν ήξερε. Πώς μπορεί λοιπόν κακό δέντρο να κάνει καλούς καρπούς;


     Όταν κάποτε βρισκόμουνα στο Κοινόβιο, είχα τον πειρασμό να προσπαθώ να συμπεράνω την εσωτερική κατάσταση κάποιου από τις κινήσεις του. Μου συνέβη λοιπόν ένα σχετικό γεγονός. Μια φορά, καθώς στεκόμουν, προσπερνάει μια γυναίκα που βάσταζε ένα σταμνί νερό, και δεν κατάλαβα πώς παρασύρθηκα και πρόσεχα τα μάτια της. Αμέσως τότε μου γεννήθηκε ο λογισμός ότι ήταν πόρνη. Μόλις λοιπόν μου είπε αυτό ο λογισμός, πολύ στενοχωρήθηκα και το ανέφερα στο Γέροντα, τον αββά Ιωάννη, μ’ αυτόν τον τρόπο: «Γέροντα, αν χωρίς να το θέλω, δω μια κίνηση κάποιου και συμπεράνω με το λογισμό την κατάσταση που βρίσκεται, τι πρέπει να κάνω;». Και μου απάντησε ο Γέροντας κατ’ αυτόν τον τρόπο: «Τι λοιπόν, δεν συμβαίνει πολλές φορές να έχει κανείς κάποιο φυσικό ελάττωμα και με πολύ αγώνα να το ξεπεράσει; Δεν μπορείς απ’ αυτό να καταλάβεις την κατάστασή του. Ποτέ λοιπόν μην πιστεύεις στις υποψίες σου, γιατί στραβός οδηγός και τα ίσια τα κάνει στραβά. Οι υποψίες είναι ψεύτικες και βλάπτουν». Από τότε, και αν ακόμα μου έλεγε ο λογισμός για τον ήλιο ότι είναι ήλιος ή για το σκοτάδι ότι είναι σκοτάδι, δεν το πίστευα. Επειδή δεν υπάρχει τίποτα βαρύτερο από τις υποψίες. Είναι τόσο βλαβερές, γιατί μένουν πολύ καιρό μέσα μας και αρχίζουν να μας πείθουν να νομίζουμε ότι βλέπουμε καθαρά, πράγματα που ούτε υπάρχουν ούτε έχουν γίνει.


     Ας φροντίσουμε λοιπόν, αδελφοί μου, με όλες μας τις δυνάμεις, να μην δίνουμε εμπιστοσύνη ποτέ στις υποψίες μας. Απ’ αυτό το πάθος δεν μπορεί να προκύψει τίποτα καλό, απ’ αυτό συμβαίνουν μυριάδες ταραχές, μυριάδες στενοχώριες, απ’ αυτό ποτέ δεν βρίσκει καιρό ο άνθρωπος ν’ αποκτήσει φόβο Θεού. Κι αν ακόμα η δική μας κακία σπείρει υποψίες στην ψυχή μας, αμέσως ας τις μεταστρέψουμε σε καλές σκέψεις και τότε δεν θα μας βλάπτουν. Γιατί είναι καταστρεπτικές οι υποψίες και δεν αφήνουν την ψυχή ποτέ να βρει την ειρήνη της. Να, αυτό ακριβώς είναι το ψέμα που ζούμε με το μυαλό μας…


ΑΒΒΑΣ ΔΩΡΟΘΕΟΣ


[Αββά Δωροθέου: «Έργα Ασκητικά»,
Θ΄ Διδασκαλία,
§97–§98, §100, σελ. 236–245,
εκδόσεις «Ετοιμασία»,
Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου,
Καρέα Αττικής, 19832.]










Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

ΤΕΛΕΙΟ ΚΑΙ ΕΛΑΧΙΣΤΟ

ΤΕΛΕΙΟ ΚΑΙ ΕΛΑΧΙΣΤΟ


«Οι άνθρωποι
μιλούν για το τέλειο,
αλλά πράττουν το ελάχιστο».


ΑΒΒΑΣ ΠΟΙΜΗΝ









ΞΕΔΙΨΑΣΜΑ

ΞΕΔΙΨΑΣΜΑ


Ὅταν ξεδιψᾶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου,
εἶναι ζήτημα ἐὰν νιώθει
τότε μοναξιά, ἔνδεια ἢ ἀδυναμία·
μὲ τὴ δροσοβόλα πληρότητά του
ξεχνᾶ τὰ πάντα καὶ ἀψηφᾶ τὸ κάθε τι.

π. Δαμιανὸς









ΚΑΤΑ ΜΑΝΑ, ΚΑΤΑ ΚΟΡΗ

ΚΑΤΑ ΜΑΝΑ, ΚΑΤΑ ΚΟΡΗ


Σας στέλνω το κορίτσι μου,
την κόρη μου, εκεί πέρα!
Να μου την προσέχετε, έτσι;
Οι επιθυμίες της, διαταγές της!
Μη μου τη δυσαρεστήσετε σε κάτι!
Σας έφαγα!
«Ποια είναι κόρη μου»;
Αα, καλά!...
Όσο περνάνε οι μέρες,
θα το εμπεδώνετε καλύτερα.
Μα, φυσικά, η Ντέλια Βελκουλέσκου!
Πώς;!… Είπατε τίποτα;!…
«Κιχ!», να μην ακούω!...











ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ
ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ


     Στη Φαράκλα Ευβοίας το μικρό Ιακωβάκι (ο Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης, Ηγούμενος της Μονής Οσίου Δαβίδ του Γέροντος· 1920–1991) πήγε σχολείο, το 1927. Βέβαια, ειδικό κτίριο δεν υπήρχε. Πιο πάνω από το σπίτι τους, πεντακόσια μέτρα βορειοδυτικά, υπήρχε το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής.
     Το κάνανε στην αρχή σχολείο για τα προσφυγάκια και για τ’ άλλα παιδιά του χωριού. Ένας μικρός δρόμος, μονοπάτι δηλαδή, περνούσε μπροστά από το μικρό σπιτάκι τους και πήγαινε ανηφορικά και με στροφές στο σχολείο–εκκλησάκι, μέσα στο πευκοδάσος.

     Όλα τα παιδάκια πήγαιναν σχολείο μια φορά την ημέρα. Το Ιακωβάκι πήγαινε δύο. Το αγαπούσε πολύ, γιατί το σχολείο του στα πρώτα χρόνια ήτανε κι Εκκλησία, της Αγίας Παρασκευής. Αργά το απόγευμα πήγαινε κι άναβε τα καντήλια. Πήγαινε μόνο του το παιδί και του άρεσε να μένει μέχρι το νύχτωμα. Προσευχότανε όσο ήξερε κι όσο μπορούσε. Έπειτα έπαιρνε τον κατήφορο για το σπίτι, αφήνοντας το δάσος με τα πεύκα.


     Έν’ απόγευμα όμως, θά ’τανε τότε οκτώ–εννέα ετών, εκεί που προσευχόταν, του εμφανίστηκε ολοζώντανη η Αγία Παρασκευή, ακριβώς όπως ήτανε στην εικόνα. Το παιδί τρόμαξε και τό ’βαλε στα πόδια κι έφτασε λαχανιασμένο στο σπίτι. Ούτε γύρισε να κοιτάξει πίσω από το φόβο του. Ξαναπήγε άλλη μέρα ν’ ανάψει τα καντήλια και του εμφανίστηκε πάλι. Και πάλι τρόμαξε. Έφυγε τρέχοντας τον κατήφορο, μα η Αγία βγήκε από το ναό, μίλησε γλυκά και καθησύχασε το παιδάκι. Αυτό τώρα σταμάτησε να τρέχει, γύρισε να δει ποιος του μιλούσε. Η Αγία τού εξήγησε ποια είναι, τού ’πε να μη φοβάται και ΄έτσι το Ιακωβάκι ανέβηκε δειλά–δειλά πάλι προς το εκκλησάκι. Έκατσε κοντά της και την άκουσε προσεκτικά. Η εμφάνιση της Αγίας Παρασκευής επαναλήφθηκε πολλές φορές. Το Ιακωβάκι συνήθισε και δε φοβότανε πια. Καθότανε δίπλα–δίπλα και μιλάγανε. Τέτοια οικειότητα και αφελή παρρησία, ο μικρός!


     Σε μια από τις πρώτες της εμφανίσεις της η Αγία, όταν είχε ξεθαρρέψει ο μικρός Ιάκωβος, του είπε:
     –Τι θέλεις, Ιάκωβέ μου, να σου χαρίσω για τις προσευχές που κάνεις στο σπίτι μου;
     Εκείνο δεν ήξερε τι να ζητήσει. Όμως το βράδυ ρώτησε τη μητέρα του, τη Θοδώρα. Εκείνη το συμβούλεψε απλοϊκά: «να σου πει, να σου δώσει την τύχη σου». Το άλλο απόγευμα εμφανίστηκε η Αγία και απάντησε στο παιδί:


     –Άκουσέ με· θα δεις δόξες πολλές, πολύς κόσμος θά ’ρχεται να σε δει, πολλά χρήματα θα έρχονται στα χέρια σου, αλλά δε θα μένουν...

     Και, πράγματι, όλα επαληθεύτηκαν: τον τίμησαν τον Γέροντα Ιάκωβο, πλούσιοι και φτωχοί, σοφοί και αγράμματοι, άρχοντες και αρχόμενοι, καθηγητές πανεπιστημίων και ανώτατοι δικαστικοί, μοναχοί, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες, που έφταναν τα τελευταία χρόνια στο Μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ στην Εύβοια, να τον γνωρίσουνε, να εξομολογηθούνε, να ωφεληθούνε, να πάρουνε την ευχή του. Και χρήματα επίσης, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, του έδιναν πολλά, μα κι αυτός τα προσέφερνε όλα σε όποιους είχανε ανάγκη, δε μένανε στο σακκούλι του –γιατί σ’ ένα σακκούλι τα έβαζε, που δεν άδειαζε ποτέ, όσο και νά ’δινε.

     Ο ίδιος, που τα διηγότανε αυτά, πρόσθετε:
     –Και μήπως ψέματα μού είπε, αδελφέ μου, η Αγία Παρασκευή; Μικρή τύχη μού ’δωσε; Μ’ έκανε ιερέα των μυστηρίων του Θεού!...


ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Ή ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΔΟΧΕΙΑΡΙΤΗΣ
(1933–2012)



[Στυλ. Γ. Παπαδοπούλου:
«Ο μακαριστός Ιάκωβος Τσαλίκης»,
σελ. 30–33,
έκδοση των Πατέρων της Ιεράς Μονής
Οσίου Δαβίδ του Γέροντος,
Αθήνα 19932.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]







Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Εἰλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.