Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Κυριακή 27 Αυγούστου 2017

ΕΚΤΟΣ

ΕΚΤΟΣ


         Πολλές πράξεις της φαινομενικά μεγάλης και επαινετής ευσέβειάς μας κρύβουν και συγκαλύπτουν φοβερές εμμονές και ανεκδιήγητα συμπλέγματα. Είμαστε εκ προοιμίου πολυραγισμένα κανάτια κι όμως δε διστάζουμε να δοκιμάζουμε τις ισχνές αντοχές μας σε κάθε μωρό ζήλο, σε κάθε άρρωστη μονομέρεια, σε κάθε πράξη πνευματικής ανοησίας και ψυχοφθόρας ποταπότητας, χωρίς επίγνωση και συναίσθηση. Το τίποτα φαίνεται να μας κυβερνά και να μας συμπαρασέρνει κι εμείς δεν εννοούμε να το πάρουμε ποτέ χαμπάρι· γιατί εκείνη η γόνιμη κατάρρευση του σάπιου εαυτού μας, που εν τω μεταξύ αποφεύγουμε με κάθε τρόπο, στέκεται πάντα εκεί σιμά όπου ακριβώς βρίσκεται ελπιδοφόρα η πνευματική, η πραγματική εν Χριστώ αφύπνισή μας. Ξανά και ξανά επανερχόμαστε στο ίδιο στείρο ζήτημα, για το ίδιο ανούσιο θέλημα. Η πραγματικότητα μάς προσπερνάει και δεν έχει καμία σχέση με αυτό που σκεφτόμαστε και με τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Οι λογισμοί μας θα βάζουν συνεχώς σε μια παθογόνα ρότα τη θολωμένη κρίση μας: σπεύδουμε να ωραΐσουμε τον ναό, να φτιάξουμε μια εικόνα, να αφιερώσουμε ασημικά αγιοπότηρα, να ανακαινίσουμε κάτι, να κάνουμε και να επιδείξουμε κάτι όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε και το θέλουμε, κι όλα αυτά ίσα για να προσπαθήσουμε να πείσουμε τον χαλασμένο εαυτό μας ότι δεν υπάρχουν βαθιές χαρακιές και τραύματα ανεπούλωτα μέσα του, ότι όλα είναι «εντάξει». Τίποτα όμως δεν είναι «εντάξει»! Στο κρανίο μας παφλάζουν όλες οι ατλαντικές τρικυμίες. Δεν είναι πια δίπλα μας η διάκριση και η ευαισθησία για να αισθανθούμε εκ βαθέων τα πρόσωπα, την καρδιά τους, την κούρασή τους, τον αγώνα τους, την ακατάκριτη αδυναμία και την πονεμένη τους πτώση. Με μια αφανή και απενοχοποιητική πώρωση θα κάνουμε το Απόδειπνο, θα διαβάσουμε τους Χαιρετισμούς, θα κοινωνούμε, το στόμα μας θα είναι γεμάτο παραινέσεις και διδαχές, θα ευλογούμε τον ανευλόγητο εαυτό μας με την πολυκαιρισμένη μας αυτοδικαίωση, θα χαιρετούμε ανθρώπους και Θεό με όλη μας τη χάρτινη αθωότητα ή ανιδεότητα. Θα επισκεπτόμαστε εξακολουθητικά, άνευ λόγου και συντριβής πνευματικούς που (μερικοί εξ αυτών ως ουραγοί του συστήματος) –αλίμονο!– θα σιγοντάρουν στην αναλήθεια μας επειδή και αυτοί οι ίδιοι θα βολεύονται ή θα κολακεύονται στην παρουσία μας. Θα περνάνε όλα μας τα χρόνια και τα ζαμάνια μας «έτσι». Θα παραμένουμε χωρίς ίχνος μιας θεσπέσιας αλλοίωσης, θα μένουμε αζωογόνητοι, ασυγκίνητοι, αδάκρυτοι, ακατάνυκτοι, αλύτρωτοι μέσα σε μια αυτολιβανιστή και βασανιστική θρησκευτικότητα, όπου εκεί στο τέλος του σκληρού μονόδρομού της θα μας περιμένει με μια αβάσταχτη έκρηξη απιστίας ή τρέλας. Μετά, θα απορούμε με όλη την πρόδηλη αβάθεια και την κρυμμένη ασέβεια του μοχθηρού είναι μας: «Γιατί Θεέ μου;!». Μετά, μια μεγάλη και αδιάκοπη σιωπή θα έρχεται εξοργιστικά καταπάνω μας σαν μοναδική απάντηση στους σπαραγμούς της τσαλακωμένης μας υπόστασης, παρ’ όλ’ αυτά ο τοξικός λόγος των λογισμών του αθεράπευτου εγωισμού μας θα συνεχίζει να καταπλακώνει την ύπαρξή μας. Εκτός κι αν επιτέλους αφυπνιστούμε και καταρρεύσουμε με πάταγο όλο εκείνο το υποχθόνιο ψέμα που μας άρεζε και μας συνέφερε για καιρό να ζούμε ανενόχλητοι και μόνοι. Εκτός…

π. Δαμιανός






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου